Υπάρχουν κάποια μέρη στον κόσμο που όταν τα επισκέπτεσαι για πρώτη φορά νιώθεις ότι βρίσκεσαι στο σπίτι σου. Μέρη που χαράσσονται βαθιά μέσα στην καρδιά σου λες και είναι ο τόπος που γεννήθηκες, το χώμα που πρωτοπερπάτησες, ο ήλιος κι ο αέρας που σε έλουσαν και ζωγράφισαν ανεπαίσθητα ένα μακρύ χαμόγελο στο πρόσωπό σου. Για εμένα αυτό το μέρος ήταν η Πορτογαλία και ειδικότερα η Sintra. Τριάντα χιλιόμετρα μακρυά από την Λισσαβόνα, μισή ώρα διαδρομής για να βρεθείς σε ένα μέρος που όποια εποχή κι αν το επισκεφτείς θα είναι το ίδιο μοναδικό, φιλόξενο και ζεστό σαν να μην έχεις φύγει ποτέ από την ασφάλεια του σπιτιού σου.
Μα ένας τόπος δεν είναι τίποτε χωρίς τους ανθρώπους που τον κατοικούν κι εγώ νιώθω τυχερός που στο διάβα μου βρέθηκε ένας άνθρωπος που μπορώ να τον αποκαλώ αδερφό μου όσο μακρυά κι αν είμαστε, όσα χρόνια κι αν περάσουν χωρίς να ιδωθούμε. Πάνε δεκατρία χρόνια από τότε που η τεχνολογία του διαδικτύου έδειξε τον καλό της εαυτό και με σύστησε στον Nuno Britto Palma, όπου με προσκάλεσε μαζί με μερικούς ακόμα διαδικτυακούς γνωστούς του για πέντε ημέρες στο σπίτι του για μια φωτογραφική εξόρμηση στην πανέμορφη πόλη του. Σύντομα ανακάλυψα έναν άνθρωπο ζεστό, μορφωμένο, πνευματώδη, με χιούμορ, με διάθεση να μοιραστεί (με σχεδόν αγνώστους) το χρόνο του, το χώρο του, τις εμπειρίες και την αγάπη του για τη ζωή, προσφέροντας μας ειλικρινά τα πάντα. Το δέσιμο ήταν άμεσο και εγκάρδιο, καθώς μέσα από τον καλό μου φίλο γνώρισα μια κουλτούρα και μια παρέα που ένιωσα να με αγκαλιάζει με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Μαζί με τον Νuno γνώρισα από κοντά την Monika, τον Paul, την Madalena και άλλους. Με αυτούς όμως είχα το μεγαλύτερο δέσιμο που κρατάει ως σήμερα, εκτός από καλό μου Paul Fenger (ή Father Torque όπως τον έλεγα) που δυστυχώς έφυγε δυο χρόνια αργότερα από τη ζωή. Ήταν μια παρέα εξαίρετα πνευματώδες, με ξεκαρδιστικό χιούμορ και λαμπερά, καθαρά μάτια. Μια παρέα που σε κάνει να νιώθεις γεμάτος ενέργεια συνεχώς και να μην θες να την αποχωριστείς ποτέ.
Η Sintra είναι μια πόλη παραμύθι που απέσπασε άξια τον τίτλο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco. Χτισμένη στους πρόποδες και κατά μήκος της οροσειράς Sintra, η πόλη διατηρεί πανέμορφα σπίτια μιας άλλης εποχής, ιστορικά παλάτια, μαυριτανικά κάστρα, κήπους με κτίσματα της ρομαντικής περιόδου, όλα ντυμένα με ανθισμένους θάμνους και καταπράσινα ψηλά δέντρα. Τριγυρίσαμε στα δρομάκια της και επισκεφθήκαμε το κομψοτέχνημα της Quinta Da Regaleira με το αρχοντικό, το ξωκλήσι, την υπόγεια λίμνη και τους λαβύρινθους της. Ανεβήκαμε στο Palacio Da Pena, το θερινό παλάτι των παλιών βασιλιάδων, ξεναγηθήκαμε στα δωμάτια τους και είδαμε τα υπάρχοντα τους. Περάσαμε απέναντι στην οροσειρά που ορθώνονται τα τείχη του Μαυριτανικού κάστρου και ατενίσαμε την πυκνή βλάστηση της πανέμορφης κοιλάδας, κοιτώντας από ψηλά τα σπιρτόκουτα πλέον αρχοντικά σπίτια της ιστορικής Sintra. Δεν υπάρχει λεπτό να μην σ’ αφήνει με το στόμα ανοιχτό η μικρή τούτη πόλη που σε ταξιδεύει στο χρόνο με την ομορφιά της. Κάθε γωνιά της πλέκει και μια ιστορία, είτε αληθινή, αν μελετήσεις τους χρονικογράφους της, είτε φανταστική, δημιουργώντας την στο μυαλό σου, είτε εμπειρική, φτιάχνοντας την ο ίδιος. Περπατώντας στα πετρόστρωτα σοκάκια της Sintra μια ανεξήγητη γαλήνη με διαπερνούσε. Θα μπορούσα να το αιτιολογήσω ως την ηρεμία που βρίσκεις όταν πας διακοπές, που δεν έχεις έγνοιες και σκοτούρες, όμως είχα επισκεφτεί κι άλλα μέρη στο παρελθόν μα ποτέ δεν είχα νιώσει αυτή την γαλήνια αύρα. Κάθε βήμα και ανάσα, μου έδινε την αίσθηση ότι ανήκω σε αυτό το μέρος. Έμοιαζε με τη δική μου Ιθάκη και το λάτρευα.
Υπάρχουν στιγμές στη ζωή που μοιάζουν σαν να γυρνά ένα κουμπί μέσα μας και νιώθουμε κάτι τόσο ξεχωριστό που το κρατάμε για πάντα στη μνήμη του εγκεφάλου μας. Όλη μου η επίσκεψη στη Sintra είναι μια τέτοια στιγμή, μα θα έλεγα ότι όταν για πρώτη φορά συνδέθηκα με τον Ατλαντικό Ωκεανό ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο. Η πρώτη μου συνάντηση μαζί του ήταν στο Azenhas Do Mar και την Praia Grande, δυο παραλίες όπου δειπνήσαμε, γελάσαμε και φωτογραφήσαμε την παρέα και το ηλιοβασίλεμα. Τέσσερις μέρες αργότερα στις 17 Ιουλίου του 2008 ήταν που πραγματικά ένιωσα το ρίγος της μεγαλοσύνης της φύσης. Ο καλός μου φίλος μας οδήγησε στην περιοχή Cabo Da Roca, το οποίο όπως μας πληροφόρησε είναι το δυτικότερο σημείο της χερσαίας Ευρωπαϊκής ηπείρου. Εκεί το φως του ήλιου έμοιαζε διαφορετικό από οποιοδήποτε άλλο ηλιοβασίλεμα είχα ζήσει. Τεράστιος κι ολόχρυσος με έλουζε με το φως του λες και βρισκόμουν στον παράδεισο. Το έδαφος κοκκινωπό το σκέπαζε χαμηλή βλάστηση από Carpobrotus edulis που εκ των υστέρων έμαθα ότι γενέτειρα του ήταν η Ν. Αφρική, μα έφτασε σε εκείνον τον τόπο, και κυριάρχησε έναντι όλης της υπόλοιπης τοπικής χλωρίδας. Τα παχύφυτα πράσινα φύλλα γυάλιζαν χρυσοπράσινα κάτω από έναν μισό-συννεφιασμένο ουρανό και ένας δυνατός άνεμος φυσούσε μανιασμένος και τα έκανε να χορεύουν τρελά έτσι αγκιστρωμένα όπως ήταν πάνω στο χώμα. Στο βάθος υψωνόταν ένα πέτρινο μνημείο με έναν σταυρό και ακολουθώντας το μονοπάτι φτάσαμε στο όριο του ξύλινου κιγκλιδώματος όπου είδα τα νερά του Ατλαντικού και μαγεύτηκα. Είδα την αγριότητα του, τη μανία με την οποία ξεσπούσε πάνω στα γρανιτένια βράχια και σκέφτηκα για μια στιγμή τους θαλασσοπόρους. Αυτό που έβλεπα εγώ το 2008 το είχαν δει κι αυτοί πριν περισσότερο από μισή χιλιετηρίδα. Έβλεπαν το άγνωστο να τους καλεί, όμως εγώ είχα ένα όνομα ήδη στο άγνωστό τους. Και με αυτή την εικόνα στο μυαλό και στα μάτια μου ψέλλισα σιγανά “μετά από εδώ η Αμερική”.
Αυτό που μου έδωσε η Πορτογαλία ήταν ένας άλλος πολιτισμός, διαφορετικός από τον Ελληνικό κατά την αρχαία και νεότερη ιστορία μα παρόμοιος κατά τη σύγχρονη. Ένας λαός που είδε ημέρες ένδοξες με αυτοκρατορίες, μα και δύσκολες με πτώσεις. Ένας λαός που γνώρισε τον αυταρχισμό απολυταρχικών καθεστώτων, μα εγέρθηκε την ίδια περίοδο περίπου όπως και η Ελλάδα και αγκάλιασε τη δημοκρατία. Ένας λαός που σαν τον δικό μας πόνεσε από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια των τελευταίων ετών, μα δεν έχασε ούτε στιγμή αυτό που διαθέτουμε κι εμείς ως Έλληνες, την ελπίδα, το χαμόγελο και τη φιλοξενία. Οι Πορτογάλοι είναι ένας φιλοθάλασσος λαός θαλασσοπόρων και μπορεί να μην έχουν το σύμπλεγμα των χιλιάδων νησιών όπως η χώρα μας, μα η δυτική τους ακτή ατενίζει τον Ατλαντικό Ωκεανό σε όλο του το μεγαλείο, ένα θέαμα που όπως περιέγραψα δεν θα ξεχάσω ποτέ. Για καλή μου τύχη κατάφερα δύο χρόνια αργότερα να την ξαναεπισκεφτώ και να την χαρώ με τη χειμωνιάτικη αύρα της. Εύχομαι σύντομα να την αντικρίσω πάλι, να συζητήσω και να γελάσω ξανά με τους καλούς μου φίλους και να ανακαλύψω κι άλλα μέρη της που σίγουρα θα με μαγέψουν το ίδιο … Até nos encontrarmos novamente, meu querido Portugal.
Φωτογραφίες
#1 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/500″ | ISO 100 |
#2 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/40″ | ISO 100 |
#3 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/250″ | ISO 100 |
#4 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/500″ | ISO 100 |
#5 | Nikon D50 | f/9.0 | 1/160″ | ISO 400 |
#6 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/50″ | ISO 100 |
#7 | Nikon D50 | f/9.0 | 1/160″ | ISO 400 |
#8 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/400″ | ISO 800 |
#9 | Nikon D80 | f/5.6 | 1/160″ | ISO 1250 |
#10 | Nikon D50 | f/5.6 | 1/400″ | ISO 400 |
#11 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/20″ | ISO 100 |
#12 | Nikon D80 | f/7.1 | 1/200″ | ISO 100 |
#13 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/125″ | ISO 100 |
#14 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/125″ | ISO 100 |
#15 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/100″ | ISO 100 |
#16 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/60″ | ISO 100 |
#17 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/640″ | ISO 100 |
#18 | Nikon D50 | f/9.0 | 1/160″ | ISO 400 |
#19 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/250″ | ISO 100 |
#20 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/500″ | ISO 100 |
#21 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/1250″ | ISO 100 |
#22 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/250″ | ISO 100 |
#23 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/640″ | ISO 800 |
#24 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/500″ | ISO 400 |
#25 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/160″ | ISO 800 |
#26 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/800″ | ISO 400 |
#27 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/400″ | ISO 800 |
#28 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/400″ | ISO 100 |
#29 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/100″ | ISO 100 |
#30 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/400″ | ISO 100 |
#31 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/250″ | ISO 100 |
#32 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/80″ | ISO 100 |
#33 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/800″ | ISO 100 |
#34 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/320″ | ISO 100 |
#35 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/800″ | ISO 100 |
#36 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/1000″ | ISO 100 |
#37 | Canon EOS 400D | f/5.0 | 1/500″ | ISO 100 |
#38 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/160″ | ISO 100 |
#39 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/50″ | ISO 100 |
#40 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/250″ | ISO 100 |
#41 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/200″ | ISO 100 |
#42 | Canon EOS 400D | f/5.0 | 1/100″ | ISO 100 |
#43 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/250″ | ISO 100 |
#44 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/25″ | ISO 100 |
#45 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/160″ | ISO 100 |
#46 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/125″ | ISO 100 |
#47 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/250″ | ISO 100 |
#48 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/4000″ | ISO 100 |
#49 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/1600″ | ISO 100 |
#50 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/250″ | ISO 200 |
#51 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/30″ | ISO 800 |
#52 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/640″ | ISO 100 |
#53 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/320″ | ISO 100 |
#54 | Canon EOS 400D | f/5.0 | 1/800″ | ISO 100 |
#55 | Canon EOS 400D | f/4.5 | 1/800″ | ISO 100 |
#56 | Canon EOS 400D | f/5.6 | 1/640″ | ISO 100 |
#57 | Nikon D50 | f/5.6 | 1/500″ | ISO 200 |